Τρίτη 27 Μαΐου 2014

Το ό,τι.

Ξέρεις τι είναι τη μια στιγμή να νιώθεις ότι είσαι μόνος σου κάπου μακριά και την άλλη να πονάει το στομάχι σου από τα γέλια; Έτσι έγινε και χθες και σήμερα.

Χθες, ήταν η φίλη που έχω από μωρό. Στην κυριολεξία μεγαλώσαμε με ένα ταβάνι διαφορά. Ξέρεις, οι αληθινοί φίλοι δεν μετριούνται στο πόσο συχνά τους μιλάς ή τους βλέπεις. Μετριούνται εκεί που έχεις να τους μιλήσεις καιρό, όσο μπορεί να μεταφράζεται σε εσένα ή σε εμένα ο πολύς καιρός, κι εκεί που τους μιλάς όλα είναι ωραία και είναι σαν να μιλήσατε χθες για τελευταία φορά. Έχω βαρεθεί να γράφω στον υπολογιστή μου για την ξενιτιά μου και γι'αυτό δεν θα το κάνω σήμερα, είπα. Αλλά πάλι εκεί πάω. Γιατί από εκεί άρχισε όλος ο τελευταίος χρόνος μου. 1 χρόνος και 1 βδομάδα. Πότε πέρασε; Αυτό έλεγα στην Βίκυ. Πότε; Κι όμως, πέρασε. Αλλά ήταν ο πιο βασανιστικά αργός χρόνος του κόσμου. Αν υπήρχε θέση να του βάλω, θα ήταν η 2η πιο δύσκολη χρονιά της ζωής μου. Δεν με πειράζει που είμαι μόνη μου εδώ, πολλοί με ρωτήσανε πως νιώθω το πρωί που ξυπνάω, που δεν ακούω ελληνικά, ποιον έχω να του πω μια μαλακία στο λεωφορείο, να πιούμε ένα καφέ στα γρήγορα, να αράξουμε κυλικείο, να μην ξυπνήσουμε ποτέ για το μάθημα... Δεν με πείραξε όμως, ακόμα κι αν δεν είχα αυτά. Γιατί δεν ξέρω, έτσι εξελίχθηκε η τεχνολογία και τώρα τους βλέπεις πεντακάθαρα στην οθόνη σου όσους αγαπάς σαν τρελός. Κι όσα δεν τους έλεγα, τα έγραφα εδώ. Γιατί πάντα ήμουν πολύ περήφανη για μένα για να τους βαρύνω με τα ασήμαντα προβλήματά μου. Μου φτάνει αυτό το "σε σκεφτόμουν" που άκουσα από άτομα που μετράνε.

"Σε σκεφτόμασταν γιατί έλειπε το γέλιο σου."

"Σε σκεφτόμουν όταν πήγαινα στη σχολή."

"Σε σκεφτόμασταν όταν είχες κάνει εκείνη την επική μαλακία, και ξέρεις, εκεί στον καφέ το συζητούσαμε... και μας έλειπες."

Είμαι πολύ τυχερή να έχω ακούσει αυτά τα λόγια στη ζωή μου. Και είμαι τυχερή που συνέβη κι αυτό με τα ξένα, όσο κι αν το βρίζω κάθε πρωί που ξυπνάω που με έκανε να κλαίω σερί έναν χειμώνα.


Χθες, 2:02:30. Τόσο κράτησε η κλήση μας. Και ταξιδέψαμε ένα χρόνο πίσω, ματηνμπαναγία. Και τι δεν είπαμε; Και τι δεν έγινε στις ζωές μας; Αλήθεια, δεν ξέρω. Σκέφτομαι αυτά που μου είπε το Βικάκι και με πιάνουν τα ζουμιά, πάλι. "Αλήθεια σε σκέφτομαι ρε Αναστασάκι, ξυπνάω το πρωί και σκέφτομαι τι να κάνεις και πως τα περνάς εκεί που είσαι" ή κάτι τέτοιο. Δεν φαίνεται κάτι το σημαντικό αλλά άμα το ακούς ρε συ, κάτι γίνεται μέσα σου. Μπορεί να μην έδινες σημασία παλιά, αλλά φτάνει μόνο να ακούς ότι κάποιος σε σκέφτεται και έχει ένα κομματάκι αγάπης μέσα του για σένα.

 Σήμερα, μιλούσα με ένα μάφιν. Έτσι θα το γράφω γιατί είναι μάφιν και για να μην προδώσουμε ταυτότητα. Δεν το ξέρω το μάφιν, αλλά έχει πλάκα άμα μιλάμε. Και ξαναπόνεσε το στομάχι μου από τα γέλια. Κι είπαμε τόσες μαλακίες που ένιωσα πως αυτές οι δύο μέρες(νύχτες) που πέρασαν είναι σαν ένα προμήνυμα για τις μέρες που έρχονται. Γιατί στο τέλος αυτής της βδομάδας θα γελάσω από κοντά με τα πιο αγαπημένα μου πρόσωπα και θα τα δω, επιτέλους. Δεν ξέρεις τι είναι να μην έχεις πιει καφέ με φίλους-φίλους (δεν είναι σαν το καρέτα-καρέτα, είναι εκείνοι οι φίλοι που λένε ότι διάλεξες σαν οικογένειά σου) 10 μήνες. Γιατί από τους άλλους, ένα σωρό εδώ. Κι εκεί, κι οπουδήποτε βασικά. Αλλά σαν τους φιλίες που ξεκινάς στη σχολή, πιστεύω, δεν θα ξεκινήσεις πουθενά.

Στο μυαλό μου, αυτό το καλοκαίρι λέει θα είναι το πιο όμορφο όλου του κόσμου. Και θα ήθελα να είχε και λίγο έρωτα μέσα γιατί μου έλειψε. Αλλά ντάξει ας έχει πρώτα πολύ γέλιο και αγάπη και θα έρθουν και τα άλλα με τη σειρά τους. Έτσι; Έτσι... Τα λέμε!